Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

Φίλε μου !



ΠΙΤΤΑΚΟΣ Ο ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ 
Ένας από τους «Επτά Σοφούς» της Αρχαίας Ελλάδος.

Ισως να υπάρχει σχέση με το κείμενο που ακολουθεί


Θέλεις να μιλήσεις Φίλε μου ;
Σε ποιούς ;
Στον εαυτό σου ή σ'εμένα ;

Μην ανοίξεις το στόμα σου
γιά να βγουν σκουλήκια

Θα ψάξεις γιά φίλους
και θα καταλάβεις ότι
μονάχα Εσύ τους έχεις
δέσμιους στην καρδιά σου.

Θέλεις να μιλήσεις Φίλε μου ;
Τι να πεις ;
Ενα μικρό  ψέμμα
είναι μεγαλύτερο από την αλήθεια
που κρύβεις

Ζωγραφίζεις πόνο στη ζωή σου
χαϊδεύοντας ονόματα από το παρελθόν
που σε έμαθαν να υπάρχεις .

Θέλεις να μιλήσεις Φίλε μου ;
Τι να πεις ;
Για τις όμορφες στιγμές ;
Xαμένες τώρα .

Να μη πεις Τίποτα !
Καλύτερη η σιωπή .
Καλύτερο το Τίποτα .
Καλύτερα ΕΓΩ κι ΕΣΥ !!!

Φίλε μου !!!

  Για τον Τασούλη και τον Γιώργο

Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2013

Λύκε Λύκε

Μιά κοματάρα από μία μεγάλη κυρία της Ελληνικής σκηνής
γιατί μπορεί να είμαστε Πάνκηδες του κερατά ,αλλά δε φοράμε παροπίδες .




Στίχοι:  
Τάνια Τσανακλίδου
Μουσική:  
Μιχάλης Δέλτα

Περπατώ, περπατώ εις το δάσος
όταν ο Λύκος δεν είναι εδώ
Λύκε, λύκε είσαι εδώ
Λύκε

Μ’ έσυρες έξω απ’ το σπίτι στα τέσσερα μου χρόνια
ξεροστάλιαζες στα χαλάσματα, στην άκρη της πόλης
εκεί, στην άκρη του αγνώστου, για ένα σου μόνο βλέμμα
Μ’ έβρισκες τότε πολύ μικρή, η νίκη σου πάνω μου
με μάγεψε, και ύπουλα περίμενες στην εφηβεία
να τρυπώσεις στο σώμα μου, να μου κρυφτείς εκεί
και να νιώθω από μέσα μου τη καυτή, βρωμερή σου ανάσα

Η πείνα σου κατοίκησε τα μάτια μου
το ουρλιαχτό σου στοίχισε το τραγούδι μου, η ψυχή μου, αγρίεψε
και αφού καταβρόχθισες τα χρόνια μου κι όλα τα ευγενικά μου δώρα
άρχισες να κυνηγάς σώματα ξένα
Έγινα η σκιά σου, όμως τέρας, σπάνια έβγαινες πια στο φως
και για να γλιτώσεις από μένα, τρύπωνες όλο και πιο πολύ
στο πιο βαθύ σκοτάδι

Δε λέω, υπήρξαν και καλές στιγμές
Κάποιες φορές, πλημμύριζε ο ουρανός όλο άστρα
για λίγο, για όσο κρατάει ένα βλέμμα, και έπειτα κάθαρμα
με έσερνες πιο βαθιά στο σκοτεινό σου δάσος
Σ’ ένα κυνήγι, ανελέητο
Χειρότερα κι από αγρίμια μπλεχτήκαμε σε πάλη ως εσχάτων
ξεσκίσαμε την ψυχή μας, πασαλειφτήκαμε αίμα
με έμαθες να ζητάω για να σε δω να δίνεις όχι σε μένα
αλλού, ώσπου γέρασα μαλάκα
και τώρα έτσι κι αλλιώς, δεν είμαι πια για σένα
και συ, που όλα όσα θέλεις μα δεν μπόρεσες, δεν είσαι πια για μένα

Λύκε μου, πήγαινε με πίσω, να πάρουμε το παραμύθι από την αρχή
βάλε μου δράκους, βάλε μου μάγισσες, δε θα κωλώσω
μονάχα εκεί, στην άκρη άκρη, βάλε ένα σπίτι με ένα φωτάκι τόσο δα να
ένα τόσο δα μικρό φωτάκι, για να `χω την ψευδαίσθηση
πως ίσως κάποιος εκεί, κρατάει αναμμένη μια φωτιά, κι ότι με περιμένει

Σ’ αφήνω λύκε
Και συ που το όνομα σου στ’ αρχαία χρόνια ήτανε φως
μείνε και ψόφα στο σκοτάδι
Πάω να βρω τους φίλους μου
Θα πω τ’ ανομολόγητα, και θα σε καταδώσω